Η μπάμια είναι αγγειόσπερμο, ποώδες, ετήσιο φυτό, ανήκει δε στο γένος Αβελμόσχος (Abelmoschus) και στην οικογένεια των Μαλαχοειδών (Malvaceae). Η τρέχουσα επίσημη ονομασία του είδους είναι Abelmoschus esculentus (Αβελμόσχος ο εδώδιμος), ενώ παλαιότερα θεωρούνταν είδος Ιβίσκου με την ονομασία Hibiscus esculentus.
Η καταγωγή της είναι από την Αφρική και σήμερα καλλιεργείται σε όλες τις τροπικές και εύκρατες περιοχές για τον ομώνυμο καρπό της.
Ο καρπός είναι μακρύς, τριχωτός, με γωνίες και μήκος από 5-15 εκατοστά και τρώγεται μόνο όταν είναι άγουρος. Το τοίχωμα του καρπού είναι σαρκώδες και βλεννώδες, ενώ, όταν ωριμάσει, ο καρπός γίνεται ξυλώδης.
Οι μπάμιες τρώγονται μαγειρεμένες, σκέτες ή με κρέας, γίνονται κονσέρβες ή τουρσί με πίκλες. Πριν μαγειρευτούν συνηθίζεται να μουλιάζονται σε ξύδι και νερό, προκειμένου να μην έχουν βλεννώδη υφή όταν τρώγονται.
Στις ΗΠΑ συνηθίζεται να τρώγονται και τηγανιτές ή σε ένα είδος “σούπας” με κρέας και μπάμιες που ονομάζεται “gumbo”, ενώ σε μερικές χώρες τα σπόρια χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο του καφέ. Στις χώρες της ανατολής τα παλιά χρόνια χρησιμοποιούσαν τα φύλλα και τους άγουρους καρπούς για κατάπλασμα κατά του πόνου.
Συνήθως τις μπάμιες τις τρώμε ως λαδερό φαγητό και μας προσφέρουν ανα 100γρ έτοιμου γεύματος μόλις 79kcal σε ενέργεια, 1.8γρ πρωτείνη, 2.8γρ υδατάνθρακες και 7γρ λίπους (λόγω μεθόδου μαγειρέματος). Ακόμη μας προσφέρουν 2,8γρ φυτικών ινών που συμβάλλουν στην καλύτερη λειτουργία του εντέρου καθώς και νερό! (περίπου 80γρ).